(Η γιαγιά ισχυριζόταν πως η ιστορια ήταν αληθινή και διαδραματίστηκε στα Αστερούσια) Αφουγκραστείτε να σας πω για του Αριστή την κόρη που εκακοθανάτισε και σείστηκαν τα όρη. Η κόρη εγάπα ένα νιο μα εγάπα ντην και κείνος, η κόρη εγάπα μπιστικά, μα δίμουρα εκείνος. Μια μέρα εκαθότανε κι οι δυο στο μπαλκονάκι κι ανεθυβάναν τον καιρό που ‘τανε στην αγάπη. -” Άκουσε δα αγάπη μου να πα στεφανωθούμε”. -”Άκουσε δα αγάπη μου την εδική μου γνώμη είσαι μικρή για παντρειά”. -”Για το Θεό ακόμη; Εμένα η μανούλα μου όταν εστεφανώθει ήτανε 12 χρονών, στις 13 ‘γγυώθει*, Μαρτίου 14 εγέννησε εμένα κι ήμουν το πρώτο της παιδί κι η ακριβή της…
περισσοτεραΠΑΡΑΔΟΣΗ
Το γεφύρι
Πέρα στη μπάντα τη δυσκή, στη μπάντα του Ρεθύμνου εκεί καμάρα χτίζουνε σαράντα δυο μαστόροι. Οληνυχτίς τη χτίζανε, μολινυχτίς εχάλα. Κι ένα πουλάκι κελαηδεί στο πόδι τση καμάρας: ”επά καμάρα μη χτιστεί, πέτρα μη θεμελιώσει μόνο παρά να βάλουνε άνθρωπο καδελέτο. Μηδέ στραβό, μηδέ κουτσό, μηδέ και διακονιάρη μόνο του πρωτομάστορα το πρώτο του στεφάνι”. Παίρνουντον τα κλάματα στο σπίτι του και πάει. -”Μα ήντα’χεις πρωτομάστορα κι είσαι βαρά κλαμμένος;” -”Το δαχτυλίδι ήχασα στον πόδα τση καμάρας και ποιος θα μπει και ποιος θα βγει και ποιος θα μου το βγάλει;” -”Εγώ θα μπω κι εγώ θα βγω κι εγώ θα σου το βγάλω”. Χίλιοι κρατούν τη κούδα τση, τρακόσιοι…
περισσοτεραΣτις δεκαφτά του Γεναριού
Στις δεκαφτά του Γεναριού τ’ Αγιά ΄ντωνιού αποσπέρας καράβι εξεκίνησε απού τη Γαλιλαία. Μηδε πολλά μικρό τονε, μηδέ πολλά μεγάλο εξήντα δυο πηχώ τονε, με χίλιους ναύτες μέσα. Ο πρώτος ναύτης ‘ρρώστησε στου καραβιού την πλώρη, μάνα δεν είχε να τον κλαι, κύρη να τον λυπάται μηδε αδερφή, μηδε αδερφό να τον μοιρολογάται, είχε αγάπη μπηστικιά κι εκείνη του θυμάται. -”Πιάστε με δυο να σηκωθώ και τέσσερις να κάτσω να πιάσω τ’αργυρό χαρτί και τ’αργυρό κομπάρσο, να κουμπαρσάρω τον καιρό να πιάσουμε λιμάνι. Κι εσείς μικρά ναυτόπουλα μου βγάλετε το μνήμα μη μου το βγάλετε βαθύ, να μου κολλά το κύμα, να’χω την πλάκα πεθερά, τη μαύρη γη γυναίκα τα…
περισσοτεραΟ σιόρ Τζανάκης
Αφουγκραστείτε να σας πω για το σιορ Τζανάκη με ήντα νου και λογισμό το πήρε το Λενάκι. Με φορεσές και μαργιολιές ‘πό ‘κεί παιρνοδιαβαίνει και το βιολί στη χέρα ντου και το Λενιώ τρελλαίνει. Μια μέρα συλλογίζονταν και διασκορπά το νου ντου ήντα χαιρετισμό να βρει να πέψει του Λενιού ντου. Ένα διαμάντι όλοχρυσο κι ένα δαχτυλιδάκι ήβρηκε για χαιρετισμό να πέψει του Λενάκι. Και με χαρά το δούλο του πέμπει και του το δίνει. -”Σιγά σιγά χτύπησε την αργυρή τση πόρτα αν τηνε βρεις αμοναχή δώσ’ τση το δαχτυλίδι, αν τηνε βρεις με συντροφιά κρυφά να τση το δώσεις”. Βρίσκει ντηνε και χόρευε με τρεις παπαδοπούλες -”Υγεία και χαιρετίσματα…
περισσοτεραΟ Ήλιος ο Ηλιάκης
(Χιουμοριστικό) Ο ήλιος ο ηλιάκης, ο παπυρογιαννάκης επήγε και λαγόνευε, πέντε γάμους ήκαμε και πέντε πανηγύρια. Ένα μερί του πόμεινε, πετάτο στη θυρίδα ο κάτης το περίβλεπε και ο πετεινός το τσίμπα Άσι χτίρι πετεινέ αδε σε μαγειρέψω να βάλω αξάι κύμινο και χαχαλιά πιπέρι να φάει η νύφη κι ο γαμπρός κι ο κάτης ανε θέλει να βάλω και γλυκό κρασί να πιει το περιστέρι. -”Το περιστέρι στη φωλιά και κάνει βύρι βύρι σηκώσου Κατερίνη μου να πας στο μοναστήρι”. -”Δεν πάω μπλιο στην εκκλησιά μηδέ στο μοναστήρι γιατί τονε σκοτώσανε της μάνας μου τον κύρη. Μόνο θα πάρω τα κλειδιά, να πάω στην Περβόλα να φάω μήλο κόκκινο,…
περισσοτερα